- αναπήγνυμι
- ἀναπήγνυμι (Α) [πήγνυμι]1. διαπερνώ, περνώ στη σούβλα, σουβλίζω2. (για πρόσωπα) ανασκολοπίζω, σταυρώνω, παλουκώνω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀναπέπηγεν — ἀναπήγνυμι transfix perf ind act 3rd sg ἀναπήγνυμι transfix plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπεπηγυῖαν — ἀναπήγνυμι transfix perf part act fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπεπηγότες — ἀναπήγνυμι transfix perf part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπηγνύειν — ἀναπήγνυμι transfix pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπηγνύμενα — ἀναπήγνυμι transfix pres part mp neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπῆξαι — ἀναπήγνυμι transfix aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπήγνυσθαι — ἀναπήγνυμι transfix pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπήξαιμι — ἀναπήγνυμι transfix aor opt act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπήξαντες — ἀναπήγνυμι transfix aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνεπήγνυτο — ἀναπήγνυμι transfix imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)